Ψηφιδωτό – αίνιγμα για το νεκρό, με ψυχοπομπό τον Ερμή

14.18
Και «ψηφίδα –ψηφίδα» πλεον  ενώνεται το …παζλ της  ανασκαφής  στην  Αμφίπολη που συνεχώς φέρνει νέα δεδομένα για τον μεγάλο τύμβο στο λόφο Καστά. Το εντυπωσιακό ψηφιδωτό, το οποίο εκτείνεται στο δάπεδο, του δεύτερου θαλάμου, πίσω από τις Καρυάτιδες, «μιλά» , σύμφωνα με ειδικούς, «ξεκάθαρα», για ταφικό μνημείο, και «περιγράφει» με την εικονονιστική παράστασή του, την ιδιαιτερότητά  του, δίνοντας παράλληλα «αφορμές» που εξάπτουν τη φαντασία για τη ταυτότητα του σημαντικού νεκρού.  
 
Αν και στην Μακεδονία έχουν βρεθεί σημαντικά ψηφιδωτά σύνολα και ψηφιδωτά δάπεδα, της κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου, αυτά συναντώνται σε οικίες και δημόσια κτίρια. Σε δυο περιπτώσεις έχουν βρεθεί σε μακεδονικούς τάφους, αλλά τα ψηφιδωτά είχαν μόνο γεωμετρικά σχέδια. Για πρώτη φορά, μέχρι τώρα,  ανασκάπτεται μακεδονικός  τάφος που έχει ψηφιδωτό με εικονιστικές παραστάσεις.
 
 

Το ψηφιδωτό δείχνει τάφο

Το είδος της εικονογράφησης στο ψηφιδωτό που υπάρχει στον δεύτερο θάλαμο του μνημείου στον λόφο Καστά το προσδιορίζει σαφώς ως ταφικό. Η κεντρική παράσταση απεικονίζει άρμα σε κίνηση που σύρεται από δύο λευκά άλογα, το οποίο οδηγεί γενειοφόρος άνδρας με στεφάνι δάφνης στο κεφάλι και μπροστά από το άρμα απεικονίζεται ο θεός Ερμής ως ψυχοπομπός (οδηγός του νεκρού προς τον Κάτω Κόσμο). Η σύνθεση έχει κατεύθυνση από ανατολικά προς τα δυτικά, δηλαδή από τη ζωή προς τον Κάτω Κόσμο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η απεικόνιση του Ερμή ως ψυχοπομπού συναντάται (σε τοιχογραφία) και σε έναν από τους σημαντικότερους μακεδονικούς τάφους στην αρχαία Μίεζα, σε εκείνον που αποκαλείται «τάφος της κρίσεως», και πήρε το όνομά του από τη ζωγραφική παράσταση που τον διακοσμεί και έχει ως θέμα την κρίση του νεκρού.

Στην πρόσοψη εκείνου του μακεδονικού τάφου με καμάρα απεικονίζονται ο νεκρός, ο ψυχοπομπός Ερμής και οι κριτές του Κάτω Κόσμου, οι Αιακός και Ραδάμανθυς.

Ο γενειοφόρος στο άρμα – Ο Πλούτωνας ή ο ίδιος ο νεκρός;

Τα δύσκολα αρχίζουν από εδώ και πέρα. Ο γενειοφόρος που οδηγεί το άρμα με τα δύο λευκά άλογα είναι ο νεκρός ή κάποιος άλλος; Η απάντηση είναι «μετέωρη». Και αυτό με δεδομένο ότι το ψηφιδωτό στο μνημείο Καστά έχει υποστεί φθορά στο κέντρο, σε σχήμα κύκλου, διαμέτρου 80 εκατοστών. Όπως επισήμαναν οι ανασκαφείς, πολλά μέρη από το φθαρμένο τμήμα έχουν βρεθεί στην αμμώδη επίχωση και τις επόμενες μέρες θα γίνει προσπάθεια συγκόλλησης και αποκατάστασής του, «προκειμένου να συντεθεί, στο μέτρο του δυνατού, η συνολική εικόνα της παράστασης».

Σύμφωνα με αρχαιολόγους, αν ο γενειοφόρος δεν συνοδεύεται από γυναίκα και είναι μόνος, τότε σίγουρα είναι ο ίδιος νεκρός. Αν στο κομμάτι του ψηφιδωτού που λείπει ή σε πιο ενδελεχή παρατήρηση της υπάρχουσας παράστασης υπάρχει και γυναικεία μορφή, τότε πρόκειται για τον Πλούτωνα ο οποίος οδηγεί την Περσεφόνη στον Κάτω Κόσμο.

Άλλωστε στη Βεργίνα ο λεγόμενος «τάφος της Περσεφόνης» πήρε το όνομά του από τη ζωγραφική παράσταση της αρπαγής της Περσεφόνης από τον θεό του Κάτω Κόσμου Πλούτωνα. Επίσης, το ζευγάρι Πλούτωνας – Περσεφόνη απεικονίζεται ζωγραφικά στο ερεισίνωτο (στην «πλάτη») του θρόνου στον «τάφο της Ευρυδίκης» στη Βεργίνα.

Πάντως, αν πρόκειται για απεικόνιση του ίδιου του νεκρού, ανοίγεται ένα νέο… κεφάλαιο αναζήτησης της ταυτότητάς του μέσα από συνδυαστικές προσεγγίσεις. Θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει τη μορφή αυτή σε νομίσματα ή ζωγραφικές συνθέσεις αντικειμένων ή σε επιφάνειες άλλων μνημείων για να επιχειρηθεί ταυτοποίηση με κάποιο πρόσωπο…

Την άποψη ότι πρόκειται για παράσταση με τον Πλούτωνα διατυπώνει ο αρχιτέκτων μηχανικός κ. Αθανάσιος Νακάσης, πρόεδρος του ελληνικού τμήματος του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών ICOMOS και επίτιμος διευθυντής Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων.

Σχετικά με το ψηφιδωτό που βρέθηκε στον τύμβο Καστά και την παράσταση που απεικονίζει επισημαίνει στο Βήμα»: «Είναι ένα γνωστό μοτίβο, και από τη Βεργίνα, ο Πλούτωνας πάνω στο άρμα και η αρπαγή της Περσεφόνης. Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για ταφικό μνημείο, κάτι που ενισχύεται και από την παρουσία του ψυχοπομπού Ερμή αλλά και από τη διάταξη της παράστασης από την Ανατολή προς τη Δύση».

Σύμφωνα με τους ανασκαφείς στον τύμβο Καστά, η σύνθεση του ψηφιδωτού είναι «σύγχρονη του ταφικού συγκροτήματος και χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αιώνα π.Χ.».

Ψηφιδωτά στη Μακεδονία

Ψηφιδωτά της κλασικής και ελληνιστικής περιόδου έχουν βρεθεί στην Όλυνθο, την Πέλλα, στο Δίον, στη Βεργίνα, στη Βέροια, στην Αμφίπολη και στη Θάσο. Συναντώνται κυρίως σε οικίες και δημόσια κτίρια.

Από τα παλιότερα ξεχωρίζουν εκείνα σε ιδιωτικές οικίες της Ολύνθου που έχουν παραστάσεις με μυθολογικά θέματα. Η χρήση του ψηφιδωτού εκεί εξελίσσεται από το τέλος του 5ου αι. ως περίπου το 348 π.Χ.

Τα πιο σημαντικά σύνολα ψηφιδωτών εντοπίζονται στην Πέλλα, από τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. ενώ ξεχωρίζουν τα ψηφιδωτά δάπεδα που χρονολογούνται προς το τέλος του 4ου. π.Χ., και βρέθηκαν σε δύο κυρίως οικίες της πόλης, στην «Οικία του Διονύσου» και στην «Οικία Αρπαγής της Ελένης» (κυνήγι ζώων, αμαζονομαχία κ.ά.).

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μελέτη του αρχαιολόγου κ. Νεκτάριου Μ. Πουλακάκη με τίτλο «Ψηφιακά Δάπεδα στη Μακεδονία κατά την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο» (Μελετήματα Ημαθίας έτος Α, τόμος 1, 2009 – Εταρεία Μελετών Ιστορίας και πολιτισμού Ν. Ημαθίας).

Όπως σημειώνει, «δύο ψηφιδωτά βρέθηκαν σε μακεδονικούς τάφους». Και αναφέρεται σε έναν άλλο μακεδονικό τάφο στον Καστά και σε τάφο κοντά στο Δίον. Περιγράφει ως εξής: «Το πρωιμότερο στον προθάλαμο και το νεκρικό θάλαμο του μακεδονικού τάφου Καστά στην Αμφίπολη χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. Στον προθάλαμο το δάπεδο διακοσμείται με ασπρόμαυρους ρόμβους σε δύο ζώνες που πλαισιώνουν ένα κεντρικό ακόσμητο τετράγωνο με απλές ψηφίδες, ενώ στο νεκρικό θάλαμο το δάπεδο χωρίζεται σε τρεις επιμήκεις αδιακόσμητες ζώνες με βότσαλα ερυθρωπού χρώματος στις πλάγιες και κιτρινωπού στην κεντρική ζώνη. Μια τέταρτη ζώνη αναπτύσσεται στην βόρεια πλευρά.

»Στον μακεδονικό τάφο της Καρίτσας, κοντά στο Δίον, το δάπεδο του μονοθαλάμου τάφου είναι στρωμένο με ψηφιδωτόαπό κιτρινόφαια βότσαλα. Η μοναδική του διακόσμηση είναι ένας απλός κύκλος από τέσσερις σειρές μελανών χαλικιών. Χρονολογείται στο τελευταίο τρίτο του 3ου π.Χ.».

Υπογραμμίζει στη μελέτη του ότι η προτίμηση στρώσης δαπέδων πλούσιων κυρίως οικιών με βοτσαλωτά ψηφιδωτά γνωρίζει μεγάλη άνθηση κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., περίοδο που σώζονται και τα καλύτερα δείγματα του είδους. Θεωρεί, μεταξύ άλλων, ότι οι συνθήκες οικονομικής ανόδου που επικρατούν κατά την περίοδο της βασιλείας του Φιλίππου Β’ και κυρίως του Αλεξάνδρου Γ’ με την εισροή πλούτου από την Ανατολή συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία των σημαντικότερων ψηφιδωτών έργων.

Τα μεγαλύτερα και καλύτερα ψηφιδωτά μετά την κατάληψη της Ολύνθου από τον Φίλιππο Β’ (348 π.Χ.) τοποθετούνται σε ένα στενό χρονικό πλαίσιο, στο β’ μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Η Πέλλα και η Βεργίνα ξεχωρίζουν.

Με αυτά τα δεδομένα ο κ. Πουλακάκης σημειώνει ότι τα εργαστήρια ψηφοθετών μετακινήθηκαν από την Όλυνθο και εργάστηκαν στο κέντρο του μακεδονικού κράτους, όσο τουλάχιστον υπήρχαν οι οικονομικές προϋποθέσεις. Όπως παρατηρεί, όταν από τις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ. το μακεδονικό βασίλειο αντιμετωπίζει πολιτικές αναστατώσεις και οικονομικές δυσκολίες, τα εργαστήρια αυτά δεν μπορούν εύκολα να συντηρηθούν, καθώς η κατασκευή των ψηφιδωτών δαπέδων είναι μια τέχνη σχετικά ακριβή.

«Τότε πιθανόν μετακινούνται στις νέες πρωτεύουσες και σε άλλες ακμάζουσες πόλεις των ελληνιστικών βασιλείων, όπως στην Αλεξάνδρεια, στη Ρόδο, στην Πέργαμο, στη Δήλο, όπου θα αναζητήσουν τις οικονομικές προϋποθέσεις για τη συντήρηση της τέχνης τους» καταλήγει.

Και συμπληρώνει: «Εκεί θα πειραματιστούν με νέες τεχνικές και θα δημιουργήσουν δάπεδα με κομμένες ψηφίδες (opus tesselatum). Στη

Μακεδονία ντόπια εργαστήρια συνεχίζουν να δημιουργούν λιγότερο φιλόδοξα και οπωσδήποτε λιγότερα δαπανηρά έργα».

tovima.gr