Ο Γκονζάλες ήταν ένας από τους παλιότερους και στενότερους συμβούλους του Αμερικανού τέως προέδρου Τζορτζ Μπους του νεώτερου και θεωρείται από πολλούς ο άνθρωπος που έδωσε νομική υπόσταση σε ολόκληρο το οικοδόμημα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Το 2001 ο Γκονζάλες ανέλαβε καθήκοντα διευθυντή του Λευκού Οίκου και στις αρχές του 2002 ήταν αυτός που συνέταξε μαζί με άλλους ένα κείμενο που έδινε τη νομική βάση για να εξαιρεθούν από τη Συνθήκη της Γενεύης οι ύποπτοι για μέλη της Αλ Κάιντα ή των Ταλιμπάν. Το 2005 ο 59χρονος ισπανόφωνος νομικός έγινε υπουργός Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών παρότι τα προηγούμενα χρόνια στην ουσία είχε καταργήσει το εν λόγω υπουργείο γράφοντας νόμους χωρίς να έχει την αρμοδιότητα.
Αναψε «πράσινο» για εικονικό πνιγμόΚΟΦΕΡ ΜΠΛΑΚ
Το 2002 η Κοντολίζα Ράις ήταν σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της κυβέρνησης Μπους και ήταν αυτή που έδωσε επίσημα το πράσινο φως για τον βασανισμό του κρατούμενου-πειραματόζωου Αμπού Ζουμπέιντα. Η Ράις έδωσε τη συγκατάθεσή της χωρίς ακόμη τα βασανιστήρια να έχουν «νομιμοποιηθεί» από τους Γιου και Μπάιμπι. Η απόφαση της Ράις να δώσει το ελεύθερο στους πράκτορες της CIA να προχωρήσουν στο βασανιστήριο του εικονικού πνιγμού στον Ζουμπέιντα έχει χαρακτηριστεί επανειλημμένως ως «έγκλημα πολέμου». Μάλιστα η προαναφερθείσα ορολογία είχε χρησιμοποιηθεί και από τον σύμβουλό της Φιλ Ζέλικοφ στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ όπου τοποθετήθηκε η Ράις στη δεύτερη θητεία Μπους.
ΚΟΦΕΡ ΜΠΛΑΚ
Πρόσωπο-κλειδί του προγράμματος
Αλλο ένα πρόσωπο-κλειδί για να γίνει ο εφιάλτης των βασανιστηρίων πραγματικότητα για εκατοντάδες κρατουμένους των ΗΠΑ, ήταν ο επικεφαλής της Υπηρεσίας Αντικατασκοπίας της CIA. Ο 64χρονος Μπλακ, που από το 2005 μέχρι το 2008 διατέλεσε αντιπρόεδρος της Blackwater, κυνηγούσε τον Μπιν Λάντεν πριν από τις επιθέσεις στους Δίδυμους Πύργους σε απόλυτη συνεργασία με τον Τζορτζ Τένετ. Το 2008 μάλιστα υπερασπιζόμενος τις πρακτικές της CIA, είχε αναφέρει: «Δεν είμαι φανατικός των ανακρίσεων, αλλά ξέρετε, η ζωή είναι σκληρή και δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις. Ο αμερικανικός λαός πρέπει να αποφασίσει εάν θέλει να γίνονται ανακρίσεις ή όχι».
ΔΥΟ ΨΥΧΟΛΟΓΟΙ
Αποτελεσματικοί βασανισμοί έναντι 81 εκατ. δολαρίων!
Ανάμεσα στους ανθρώπους-κλειδιά σε αυτό το σκοτεινό κεφάλαιο της αμερικανικής ιστορίας, συμπεριλαμβάνονται δύο ψυχολόγοι, οι οποίοι βοήθησαν τη CIA να βασανίσει πιο… αποτελεσματικά τους κρατούμενους για να αποσπάσει πληροφορίες και για τις υπηρεσίες τους ανταμείφθηκαν με 81 εκατομμύρια δολάρια.
Οι δύο ψυχολόγοι -που αναφέρονται στην έκθεση με τα ψευδώνυμα Γκρέισον Σουίγκερτ και Χάμοντ Ντάνμπαρ- ήταν πρώην στρατιωτικοί, ο Eλμερ Μίτσελ και ο Μπρους Τζένσεν, που πλέον έχουν συνταξιοδοτηθεί.
Επί έξι χρόνια, αρχής γενομένης το 2002, οι δύο επιστήμονες συνέλεγαν πληροφορίες για την αποτελεσματικότητα των βασανιστηρίων, ανακάλυπταν νέους τρόπους για να προκαλέσουν αφόρητο πόνο και έπεισαν την ηγεσία της CIA ότι οι σκληρές μέθοδοι που εφάρμοζαν ανάγκαζαν τους κρατούμενους να αποκαλύπτουν σημαντικές πληροφορίες.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Αμπντ Ραχίμ αλ Νασίρι, ο οποίος κρατείτο ως ο «εγκέφαλος» της βομβιστικής επίθεσης εναντίον του USS Cole το 2000.
Επέμεναν για ώρες
Οι ψυχολόγοι τον βύθισαν στο νερό επανειλημμένως, υποχρεώθηκε να στέκεται επί ώρες με τα χέρια στο κεφάλι και απειλήθηκε με τρυπάνι ενώ τα μάτια του ήταν κλειστά. Σύμφωνα με προσωπικό της CIA που παρίστατο στον βασανισμό του συγκεκριμένου κρατούμενου, υπήρχε η εκτίμηση ότι ο Νασίρι δεν κρατούσε πλέον μυστικά σχετικά με τον σχεδιασμό τρομοκρατικών επιθέσεων. Ενας εκ των δύο ψυχολόγων, όμως, που ήταν παρών, τους πίεσε, όπως αποκαλύπτει η έκθεση, να συνεχίσουν τον βασανισμό «για να φτάσει στο επιθυμητό επίπεδο ανικανότητας».
Μάλιστα, σύμφωνα με την αλληλογραφία που επισυνάπτεται της έκθεσης, ο επικεφαλής ανακρίσεων της CIA είχε βρει αποκρουστικό το ανακριτικό σχέδιο που υπέβαλαν οι ψυχολόγοι, και προειδοποίησε σχετικά τους συναδέλφους του μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων, ενημερώνοντάς τους ότι δεν θέλει να έχει ουδεμία σχέση με αυτό.
Το εντυπωσιακό είναι ότι οι δύο ψυχολόγοι δεν είχαν την απαραίτητη προϋπηρεσία και ότι προσελήφθησαν ακριβώς επειδή δεν είχαν καμιά εμπειρία στις παραδοσιακές μεθόδους και άρα μπορούσαν να εφαρμόσουν «καινοτόμες» ανακρίσεις.
Χρήστος Στασινόπουλος